Τετάρτη 22 Μαρτίου 2017

48 ΚΛΕΙΣΜΕΝΑ

'Εναν χρόνο μεγαλύτερος
(και τριάντα κιλά ελαφρύτερος...)

-γεννήθηκα τη χρονιά που ο άνθρωπος θα πατούσε τη Σελήνη
...γι αυτό είμαι καταδικασμένος να φεγγαροχτυπιέμαι και να σεληνιάζομαι και ποτέ να μην πατάω τη Γη και να νιώθω συχνά πως ανήκω σε άλλα σύμπαντα,
είχα χρόνια την επιθυμία να γίνω αστροναύτης και στη βιβλιοθήκη μου κάθε εγκυκλοπαίδεια τού διαστήματος
κι αγαπημένες σειρές το Διάστημα 1999,το Σταρ Τρεκ και το Γκαλάκτικα
 και μετά Σταρ Γουόρς στο σινεμά και Μπλαντ Ρέινερ και 'Αλιεν

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην πόλη Θεσσαλονίκη
-μιαν άλλη πόλη απ'αυτή που σήμερα ξέρουμε
-είχε αλάνες και χωματόδρομους πίσω απ'τις καινούργιες λεωφόρους,
στη γειτονιά μου ας πούμε,πάνω απ'τη Δελφών άρχιζαν τα δάση της Βούλγαρη,
το δασάκι που έβγαζε στο ξέφωτο τού ξερού γηπέδου τού ΜέγαΑλέξανδρου που πηγαίναμε περίπατο στο σχολείο
 και πιο ψηλά,στο πέρα δάσος,το μεγάλο πάρκο της Νέας Ελβετίας για ημερήσιες εκδρομές στην ...εξοχή

//παίζαμε στα χώματα,βόλους και καπάκια και κάρτες αυτοκινητάκια "υπερατού"
 και αυτοκόλλητους Πρωταθλητές 1977 όλους τους μεγάλους
ΠΑΟΚτσήδες,Κούδα-Σαράφη-Γούναρη-Γκουερίνο-Φορτούλα,κάθε Κυριακή στη τούμπα με τους αγαπημένους θειους και πλαστική μπάλα-πορτοκαλάδα και φραπές κυφωνίδη και τρανζιστοράκι με τα άλλα γήπεδα
και ήμασταν 55 άτομα στην τάξη τού 91ου Δημοτικού και έπαιζα τερματοφύλακας στο ποδόσφαιρο,αφού με φωνάζαν (και ψιλοήμουν) "μπούλη"
... χωρίς να κινδυνεύουν οι συμμαθητές να κατηγορηθούν για μπούλινγκ
 και να ορύεται η Τατιάνα για Σχολικό Εκφοβισμό
//άλλωστε δεν είχαν ξεκατινιαστεί ακόμα ψωνισμένες περσόνες,
υπήρχε μόνο ΕΡΤ και ΥΕΝΕΔ και η τηλεόραση ασπρόμαυρη έπαιζε πρόγραμμα μόνο απ'τις 6 ώς τις 12 το βράδυ

//κι όταν ένας νέος κύριος,ονόματι Νάσος Αθανασίου ξεκίνησε το πρώτο τηλεμεσημεριανάδικο στις 2 ,
εγώ αποφάσισα το εξάχρονο πως το μέλλον μου είναι τελικώς Δημοσιογράφος,
έτρεχα να σηκώνω τα τηλέφωνα που χτυπούσαν σπίτι λέγοντας στο ακουστικό με ύφος...
 "κάθε μεσημέρι,λέγεται;" ...
και σε κάθε καθρέφτη να κυκλοφορώ με πλαστικό μικρόφωνο αγορασμένο με δεκάρες απ'το ψιλικατζήδικο της κυρά Χάιδως απέναντι απ΄το σχολείο ως εκφωνητής,ρεπόρτερ και καναλάρχης,το έλεγα κιόλας...
"γεια σας,απ'τη Θεσσαλονίκη,Νίκος Παπαδόπουλος για το Κανάλι 3"

(αργότερα θα έτρεχα στα γήπεδα της περιφέρειας ως 13χρονος αθλητικός περιγραφέας στα ΕΠΣΜ για την εφημερίδα Μακεδονία με την πρώτη μου επίσημη ταυτότητα "αθλητικό τμήμα-δόκιμος δημοσιογράφος"
 και μετά το στρατό,ξαφνικά,όλη μέρα στα εφ εμ με το χτύπο τού παλιού ονείρου στο ραδιοφωνάκι,
αυτό που άκουγα μικρούλης κάτω απ'τα σεντόνια στο δεύτερο πρόγραμμα και στις αξεπέραστες νυχτερινές του ιστορίες,τις εξαίσιες των αόρατων θιάσων...
νά'μαι να τις κερδίζω εκατό χιλιάδες δραχμές το μήνα με τα γυαλιά τού παρατηρητή για να κάνω εκπομπές ο ποιος ο ανατολικός, στα είκοσί μου χρόνια πρωινός ξυπνητήρης,6μ'8 κάθε πρωί και κυριακές,γιορτές κι αργίες βαρεμενοπλασμένος να χαχανίζω και να ονειροπερνιέμαι για μεγάλες προσδοκίες και πιο αστείες φαντασίες,γεια σου αναστασία και γιώργο και περικλή και χρυσάνθη και ρένα και νικόλα
-αλλά δεν θέλησα να τα δω σοβαρά κι ούτε να χαραμίσω γλίτσα και σεβασμό σε δημοσιουπαλληλάκια των κρατικοδίαιτων θεσμικών ενός βρώμικου και στερημένου χώρου των μήντια που στη μικρόπολή του χανόταν μ'αλλαξοκωλιές και στυγνοΚΝΕκατινιές να φτιάξει μαγιά γι αυτό που θα σκάσει χρόνια μετά ως  Διαπλοκή, με κουμπαριές,βενιζέλειους ναπολεοντισμούς και πολιτισμικό αλκοολίκι σε θολά ξενύχτια παθών,λαθών και αφόρητων μεγαλομανιακών
-αυτά είναι μιαν άλλη ιστορία κάποτε με πείραξε πολύ που δεν ακολούθησα ό,τι αγάπησα,αυτό και το θέατρο που λάτρεψα κι έπαιξα και σκηνοθέτησα και μοιράστηκα τα πιο καλά παιδιά στα πιο τρυφερά τα χρόνια,τα παρα΄ληλα της παρατεταμένης εφηβείας και τα έδωσα όλα μια κλωτσιά κι έφυγα να γλιτώσω από εφιάλτες μαζεμένους κι από άγχη και στενοχώριες και μαυρίλες κι οικογενειακά σαράκια σωρό

//αλλά έτσι βρέθηκα στην Αθήνα
..τριαντάρης και σε συνάντησα ένα πρωινό,γέλαγες,έψαχνες δουλειά
 κι ήρθες Άνοιξη γλυκιά και μού πήρες τα μυαλά ξανά
-και δεν σταμάτησα να ονειρεύομαι λεπτό,με σένα που τόσο πολύ σε αγαπώ
...)

-γυρίζω στα παιδιάστικά μου παιχνίδια...
 που εκτός της τιβίασης είχα και τον άλλο αγαπημένο μου ρόλο,να είμαι ο επιθεωρητής Στηβ Μαγκάρετ,ο συνεργάτης μου Ντάνυ Ουίλιαμς,ο μικροκαμωμένος γειτονόπουλος και κολλητός Μπάμπης,δυο μήνες "μεγαλύτερός" μου στον τρίτο όροφο γεννήθηκε από αγκαλιά σε αγκαλιά,
τού δευτέρου εγώ,οι μαμάδες μας φιλενάδες,οι μπαμπάδες τραπεζαρία,μεζεκλίκια,τραγουδάκια
 κι εμείς όταν δεν ψάχναμε το κλειδί ν'ανοίξουμε τη σιφονιέρα να πιούμε το σπιτικό λικέρ κράνα που έφτιαχναν για τις γιορτές,λύναμε αστυνομικές αποστολές με βαθυστόχαστη ηλίθια επιμονή επαγγελματία και οδηγούσαμε το περιπολικό,που ήταν το τελάρο της ραπτομηχανής στην κρεβατοκάμαρα
-από μηδέν μαζί,χωρίσαμε όταν έφυγε γι αλλού στην πρώτη γυμνασίου
 και τον ξαναβρήκα λίγο πριν παντρευώ στα τριάντα
(και μαζί θα γεράσουμε,το έχουμε υποσχεθεί θα γίνουμε τρελόγεροι με βούλα!)

//γενικώς στη γειτονιά προσπαθούσαμε να καταστρέψουμε το γαλήνιό της τοπίο...

με την Όλγα πετούσαμε απ'το μπαλκόνι,χώματα,νερά κι αυγά σ'ανύποπτους περαστικούς που ουρλιάζαν που δεν ήταν κανάτα γεωργίας βασιλειάδου να τυχεροπαντρευτούν,αλλά η κακή τους τύχη να πέσουν σε κωλοπαιδάκια...
...όχι μωρέ,ήμασταν απλώς παιδιά Λίτσα, Φώτη,Μαρία,Αντώνη,Νάσο,Παρασκευά,Ράνια,Γιάννη κι όλα μας τα πλούτη για ένα σουμπούτεο,έναν φωτεινό παντογνώστη κι ένα φιδάκι και πατατούλες τηγανητές και μαλλί της γριάς και κοκοράκι γλειφιτζούρι και το καραβάκι να δένει στην παραλία της περαίας μιαν ώρα μετά

-στα πάρτυ όταν τελείωναν τα μπλουζ και οι ψευτοσαλιάρες με την μπουκάλα,ορμούσαμε στο τηλέφωνο και κάναμε φάρσες σε δασκάλους και τυχαία νούμερα που ο Σεφερλής θα τα είχε απωθημένα χρόνια μετά στα δελφινάρια

-μάς μαζεύαν απ'το πάρκο δύσκολα και ξημεροβραδιάζαμε στις κούνιες και στα αεροπλανάκια της παιδικής παραδεισένιας μας αθωότητας,βελάκια και ποδηλατάδες
 κι όταν άρχισαν οι μεγάλοι σεισμοί τού 78 ευτυχούσαμε να ρθούν ρίχτερ να μην κλείνουμε μάτι απ'την υπερένταση τού ατέλειωτου μπουλουκιού,ενώ ξεροσταλιάζουν στ'αντίσκηνα οι ταλαίπωροι γονείς μας να μάς πείσουν πως κινδυνεύουμε...

...Κίνδυνος θα ήταν να ξεχάσω πόσο όμορφα χρόνια πέρασα παιδί,
γέλια,γλέντια των μεγάλων,γεννέθλια των παιδιών,κρυφτό,κυνηγητό,εκδρομές,πάσχα και χριστούγεννα και καρναβάλια και καθαρές δευτέρες στην Αρετσού
// και καλοκαίρια εθιμικώ δικαίω στην κατασκήνωση τού Σταυρού οι πρώτες μνήμες,
εκεί με φτιάξαν ο Γιώργος κι η Ολυμπία,είμαι αυγουστιάτικος σπόρος,στα πλατάνια έγινε η σύλληψις,από κει θα φύγω έφηβος για την Πέραμο και τους αμμολόφους και τις χαρές των ανθρώπων που γνώρισα ,που νά'σαι τώρα και σ'έχω χάσει Γιάννη Αγγελή μου,πόσα χρόνια μετά,ευτυχώς ήρθε ο φέισμπούκης και μάς ξαναβρήκε Ζάκη,Δήμητρά,Αγγέλα,'Ακη,Γιάννη,Νάσο,Τζίμυ,Χρύσα,λείπουν πολλοί κι ο αείμνηστος Μπούρας ψηλά για πάντα και με σημάδεψαν και με μεγάλωσαν μετά...

...αλλά τώρα θυμάμαι στην πρωτόγνωρη Χλακιδική απ'το 1977 ώς το 1982 σαιζόν ολόκληρη,από αρχές Ιούνιού ώς τέλος Αυγούστου αμμουδιά,μέδουσες και θαλάσσιο ποδήλατο,βατραχοπέδιλα,μάσκες για βουτιές στα "μαύρα",
Πολύχρονο,Χανιώτη,Πευκοχώρι
 και  τρεχαλητό και παιχνίδι ασταμάτητο πιτσιρίκια,ξαδελφάκια και σαματάς
αδιαπραγμάτευτα καλοκαίρια της μεταπολίτευσης
-και μετά τα άλλα,τα πολυτιμότερα της μετεφηβείας
αμμουδιές και φωτιές κι ημίγλυκο τσάνταλη,Πλατανίτσι,Αρμενιστής,Ζωγράφου,Σάρτη
τα παιδιά που μεγαλώνουμε,Παύλε,Πέτρο,Μένη,Φωτούλα,Βασίλη δεν θα γεράσουμε  ούτε μια στιγμή να χαθούν τόσες βραδιές απάνεμα λιμάνια στην ψυχή μας

... αλλά τώρα ακόμα κλείνω μόλις τα 14 ,
που ξαναβρήκα την οικογενειακή ιστορία με τα πρώτα μου ένσημα,ως ομαδάρχης,στέλεχος κατασκηνώσεων, γύρω από την πυρά που ζούμε εμείς ολόκληρη τη ζωή μας, τού πλανήτη-Μεγαλώνω,
με τραγούδια και σελίδες να τα ξαναδω,απλά και να τα πω
-από τον λάκη τζορντανέλι και τον πασχάλη,ακούω σαββόπουλο και χατζιδάκη
 κι από μπλεκ κι αγόρι μαθαίνω την ελευθεροτυπία,το τέταρτο και τον σχολιαστή
κι απτην βραδυνή που έφερνε ο μπαμπάς και την ακρόπολη,αναδύεται η μακρόνησος που ποτέ γι αυτήν δεν μιλούσε ο θειος  ο Δήμος και  πώς την έζησαν ο μίκης,ο ρίτσος κι ο θίασος των μετέπειτα Ηρώων τού αληθινού πολιτισμού μου και στο βιβλιοπωλείο ο Σεφέρης κι ο Πάνος κι η Αγγελική και μιαν άλλη ζωή στη σαλονίκη μοναχά και στην παλιά της παραλία αέναη βόλτα,αριστοτέλους-ποσειδώνειο ποδαρόδρομος με ηλιοβασίλεμα,τον χιονισμένο όλυμπο και τα σχέδια μιας άλλης ζωής,ομορφότερης,πιο ελεύθερης και σημαδεμένης στα ταξίδια απ'το χάρτη τού μυαλού με σημαία την καρδιά,την εμπιστοσύνη,τη συντροφικότητα,χωρίς όρια,χωρίς σύνορα,
χωρίς σύννεφα ποτέ,
ξαστεριά,ακρογιαλιές δειλινά

//αλλά την πρώτη μνήμη Καλοκαίρι την έχω τυφώνα να στροβιλίζεται
-απ'το ΠΙΚΠΑ στην Αγία Τριάδα,η τραπεζοκόμος μάνα μου τραβάει τον πεντάχρονο κανακάρη της απ'το αμέριμνό του παιχνίδι,φωνάζοντας και κλαίγοντας
 και τρομοκρατημένες γυναίκες αλαλιάζουν κι ανεβαίνουμε σκαλιά να φτάσουμε στην ταράτσα να δούμε απέναντι το δρόμο Μηχανιώνας-Περαίας που γίνεται τρελός συνωστισμός,
σειρήνες,κόρνες,χαμός,
έγινε επιστράτευση,είναι Ιούλιος 1974 και μπήκαν οι Τούρκοι στην Κύπρο,
πού είναι οι μπαμπάδες,ποιοι θα φύγουν για το μέτωπο,ποιος να πολεμήσει,τί θα πει πάλι αυτό,Φόβος κι είμαι πέντε και δεν θα το ξεχάσω το τρέμουλο αυτό
-ο πρώτος πανικός χωρίς την ασπίδα των ολύμπιων χεριών των γονιών που μάς προστάτευαν,μάς αγαπούσαν και μάς πρόσεχαν σαν τη ζωή τους...

Δεν ξέρω τί ακριβώς άρχισα να γράφω σήμερα που σχεδόν πενηνταρίζω
-αυτοβιογραφία;...δεν είμαι καλά...
 τόσο μπερδεμένες εικόνες που τρομάζω να τις βάλω στη σειρά...
ασυναρτησίες αμέτρητων σκέψεων και πώς να τις φτιάξω ενιαία ιστορία...

// να σάς πω πως έχω Γενέθλια λίγο αναλυτικότερα σκέφτηκα αρχική μου σκέψη

-από παιδί που αρχίνησα να σβήνω κεράκια
...αλλά αν ανατρέξω στον μικρούλη των φωτογραφιών που γελαστός ορμούσε στην τούρτα του,
δεν μένω στη φάτσα μου την αναψοκοκκινισμένη,
αλλά στους τριγύρω μου Θεούς μου,
γονείς,παππούδες και γιαγιάδες και θειάδες και νονάδες και ξαδέλφια με κιθάρες νέο κύμα και μελό,λοιποί συγγενείς και φίλοι

//ελάχιστοι είναι πια εδώ
(κι αλίμονο δεν είναι πως μετακόμισαν ή χάθηκαν στα παραμύθια των καιρών που αλλάζουν)
-η Απώλεια τού Θανάτου,
αυτό το αδόκητο "παιχνίδι" των "μεγάλων"
- κ ε ν ό

...όταν έφυγε ο μπαμπάς,στα εικοσιπέντε μου, είπα δεν θέλω άλλα γενέθλια να γιορτάσω,
μετά γνώρισα το κορίτσι μου και ξανάρχισα να γλεντώ τα μοιρασμένα μας χρόνια
 και πέθανε κι η μαμά και είπα φτάνει,
δεν έχω να περιμένω τηλέφωνο απ'το σπίτι,να μού πουν "χρόνια πολλά",
δεν θέλω τούρτα και μνήμη και λωτοφάγος
 και να μην γυρίζω πίσω και να μη θυμάμαι να πονάει λιγότερο

 και να μη γράφω για κανέναν που δεν είναι εδώ καθαγιασμένοι στα θεμέλιά μου,
 για τις σελίδες της απόλαυσης μιας νιότης τόσο περιεκτικής,ανάλαφρης,γλυκιάς,ολοκληρωτικής αγάπης και δοσίματος,για τις αρχές και τις αξίες που περήφανος κουβαλάω και πιστεύω και ζω κι ελπίζω να μην αφήσω ποτέ να λιγοστέψει το φως κι η δύναμή τους..

48 κλεισμένα χρόνια σήμερα λοιπόν
//παιδικά χρόνια,η μόνη Αλήθεια που δεν θα με βαρύνει ποτέ

-ψάχνω τώρα στα ταξίδια,στην αγκαλιά,στις κουβέντες,στις ευχές,στους λιγοστούς πραγματικούς φίλους,
την αντοχή στ'αλύπητα των καταιγίδων τη Γενέθλια ορμή να κρατηθούμε,να ομορφαίνουμε,να προχωράμε μπροστά,να δημιουργούμε αισθήματα υγιή,ανόθευτα,ειλικρινή,αλληλέγγυα,απλά πράγματα,μεγάλα θαύματα,καθημερινά

-το καλύτερο Αύριο
- που οι γονείς μας περπάτησαν να βρουν το δρόμο
 και να μάς μάθουν να αγγίζουμε κι εμείς


Δεν ξέρω αν βγαίνει νόημα στις παραπάνω μπερδεμένες μου γραμμές
//τού χρόνου  (και πριν το Αλτσχάιμερ) θα σάς το μοιραστώ με σαφήνεια υπόσχομαι..

Να με χαίρομαι!

Παρασκευή 10 Μαρτίου 2017

ΤΟ ΚΑΤΕΣΤΡΑΜΕΝΟ ΜΑΣ ΕΙΔΩΛΟ

'Εχουν αγριέψει πάλι δυστυχισμένοι άνθρωποι
-χολή στάζουν στα πληκτρολόγια αρρωστημένα μυαλά,ανώνυμα κρυπτοφασίζουσα είδωλα,απηυδισμένες στερήσεις,χυδαίες εγωπάθειες,δειλά μηδαμινά ένστικτα.

'Ολοι ξεσκίζουν κάθε φωτεινό μυαλό,ό,τι διαφορετικό της φρικτής τυποποιημένης "κανονικότητας",όποιον ξεμυτίζει χαρούμενος,ευτυχισμένος,ιδεαλιστής,στο νου και στην καρδιά ευρύτερης απλωσιάς κι αλήθειας
-να τον σπρώξουν στον υπόνομο,να ποδοπατήσουν τα όνειρά του,να εκμαυλίσουν την αθωότητά του,να στερήσουν τις ανάσες του.

Η κατσίκα τού γείτονα έχει χρόνια που ψόφησε και δεν τρίβουμε μόνο χαιρέκακα τα χέρια μας για αυτό,αλλά κανιβαλίζουμε και τούς γειτόνους και τον ίδιο μας τον εαυτό
-αρκεί να εκτονωθούμε,αρκεί θυμωμένοι να λυσσάξουμε στο Μίσος και την απεγνωσμένη,τρισάθλια ζωή μας να τη θεωρήσουμε κοινής αξίας σαπισμένη σταθερότητα
-υπέρτατος οδηγός επιβίωσης,η Μοχθηρότητα.

Στην εθνική μας κατάντια
2.500.000 πατριωτάκια κάθε βράδυ παρακολουθούμε σεληνιασμένοι κάτι τελειωμένες διασημοπερσόνες να τσαλαβουτούν στους λασποτόπους μιας τηλερημικής παραλίας για τρία κιλά ρύζι τη βδομάδα και την απόδειξη της ψωνισμένης τους αυταρέσκειας κι αυθάδειας
-μυξοπαρθένες και φουσκωτοί επιβήτορες των φαρμακευτικών ενισχύσεων,καθρεφτίζουσες αγάμητες και στεγνωμένα παρακμιακά χιτλεράκια αλληλοτηλεθαυμάζονται στην αντοχή τού αποστράπτοντα σκουπιδοσύμπαντος μιας μηντιακής καταβαράθρωσης,ενώ αποχαυνωμένα παράλυτα όντα του καναπέ,δυστυχισμένα πλάσματα κι αποτραβηγμένοι στην αφάνεια και τη μιζέρια τους εκθειάζουν την εκποίηση της επιβίωσης στο ενεχυροδανειστήριο της πιο βρωμιάρικης κονόμας ταπεινών ενστίκτων και διαφημιστικών πολυτελειών μιας κάστας μανατζαρέων της ξεφτίλας,στρατευμένων της αποκτήνωσης και της κατινιάς,σ'ένα πανελλαδικό κομμωτήριο στο πλυσταριό γωνία στη ΣΚΑτάΙ τουαλέτα που ζέχνει.

Ξαναγεμίσαμε τα σκυλάδικα,ρίξαν τιμές και μπόμπες φυστίκια εισαγώμενα καραπουταναριά,σαλεμένοι διασκεδαστές ξαναφτιάχνουν μυθολογίες "αυθεντικών πριγκήπων" μιας νύχτας σημαδεμένης αλκοολικής πρέζας και γκαζιάρικων χαρεμιών με θανατηφόρα κοκτέιλ λα'ι'κών ινδαλμάτων και απαίτηση η παραίτηση,κονσομασιόν ανέλιξη,μπουτιοβυζοειδούς απογείωσης καριέρας και τεστοστερόνους τσιμπουκολεύκανσης κι επιληπτικής παραφωνίας
-και χιλιάδες νεολαίους υποψηφίους αστέρες ενός πεντάγραμμου ιού ριάλιτυ αρκουδιάρηδων του συναισθήματος,με χάρισμα τη συγκίνηση των νεκρών κυττάρων,ιαχές λαμπερών καημών κι η αθωότητα ως εξευτελισμένος χορός πολ ντάνσινγκ,σεξιστικός σωλήνας παροχής σεβασμού στις φωτεινές πίστες που ξεπλένουν μαφιόζοι επιχειρηματίες μ'ανδραγαθήματά τους φορμόλη σε κάθε αμφισβήτηση και καλλιτεχνική αμφιβολία.

Δεν διαβάζουμε τίποτα,αραχνιασμένες βιβλιοθήκες,τζάμπα προσφορές σε κατακίτρινες φυλλάδες νεοάρλεκιν μόνο
-μόνο τις οδηγίες κατεβάζουμε μ'έξυπνες εφαρμογές σ'εξωφρενικές οθόνες τηλεπικοινωνιακής ανταγωνιστικότητας,μόνο κινητά και τάμπλετ κι αξεσουάρ 4G σύνδεσης είναι τα φαντασμαγορικά μας νέα όνειρα
-λες κι είναι απαγορευμένα(αλλά ποιος να τα διδάξει πια...)σελίδες,ιδέες,μηνύματα συγγραφείς,φιλόσοφοι,ιστορικοί,επιστήμονες,κοινωνιολόγοι,η παθιασμένη γνώση κι η σύγκρουση διαφορετικών θεωριών που θα μάς φέρουν την εξέλιξη των ανθρώπων-
όλες αυτές οι αναζητήσεις θεωρούνται παρακμιακές,παλιομοδίτικες,άχρηστες,παλαιακές
//γρήγορα λεφτά,εύκολη πληροφορία,άμεση λύση
-μια χοάνη επιδερμικών μεταμοντέρνων θέσφατων
//μην σκεφτείς,μην απορρίψεις,μην ξεσηκωθείς,μην αμφισβητήσεις,μην ξεφύγεις ενός γιγαντιαίου ελέγχου Ψυχής
//στον τρομακτικό καινούργιο θαυμαστό κόσμο,αν δεν έχεις tweeter κι instagram είσαι ο Κανένας

Αλλά φοβούνται όλοι για όλα
-οι χριστιανοί πως θα εξισλαμιστούμε,οι έλληνες πως θα τουρκέψουμε,οι παρθένες πως θα τις βιάσουν,οι άντρες που θα γίνουμε αδερφές,οι ξένοι που μάς ζηλεύουν και θα μάς σκοτώσουνε,οι μέτριοι που θα μαγαρίσουν την αριστεία μας,οι βρωμιάρηδες που θα φαν τα κλεμένα τού μπαμπά που τούς δίνει μιαν δουλίτσα,,να πεθάνουν οι γέροι να ζήσουμε οι νεώτεροι
//

Οι γενικές γνώσεις είναι βραχνάς για την τραπεζική επιχειρηματικότητα,θέλουμε στελέχη εξουσίας κι όχι νωθρούς κιθαρίστες για τις αμμουδιές να θέλουν κι απ'την ιερή τους εργασία άδειες να τραγουδούν τον Αύγουστο παλιοπαρέες στις φωτιές για ξαστεριές,αντί να φοράνε γραβάτα και να πάρουν proficiency να συννενοούνται διεθνώς που τούς έχουμε καριέρα τα μαλακισμένα
//πέτα ό,τι έχεις αυθεντικό,ταξιδιάρικο κι απρόσμενο στο  νου,χώρεσέ τα όλα στο στικάκι ένα giga και φύγε απ'το περιθώριο της αέναης αναζήτησης,γίνε οικογενειάρχης,επιτελικός,είκοσι ώρες απλήρωτη εργασιακή ζούγκλα,απόλυτος εχθρός η τεμπελιά,η ραστώνη,η ονειροπόληση,η τάση φυγής κι η αμφιβολία
-για την ωριμότητα και την επίγνωση της ματαιότητας,την κινητήρια δύναμη των ουτοπικών προσδοκιών,την αγάπη για τον συνάνθρωπο,την αλληλέγγυα κοινωνική ευαισθησία...
τσιμουδιά,αποχή,άγνωστος ξεχασμένος αιώνας

Τον Ελεύθερό μας εαυτό συνθλίβουν οι χαρτογιακάδες των απλήστων τερατόμορφων,της απρόσωπης παγκοσμοιοποιημένης ζάμπλουτης θεότητας
-σχεδόν δέκα χρόνια μνημόνια,σο'ι'μπλέδες και ντράγκηδες να προσπαθούν να μάς αφήσουν χωρίς ουρανό,θάλασσα,πάθος,να διαλύσουν όσα μάς κρατούσαν περήφανους κι αόρατους στο χαλασμένο τους κάστρο,με αυτάρκη ευημερία ήσυχης ζωής,με απλότητα κι αθώα ειλικρίνεια,μονιασμένοι στις αντιφάσεις μας,με λιακάδα κι αισιοδοξία σε γαλήνια συμβίωση.
//γυρίσαμε στη σκοτεινιά,την ομοιομορφία,τον οργουελικό καταναλωτισμό,τον συντηρητισμό,τη μονολιθικότητα και την τεχνολογικά ολοκληρωτική ηγεμονία τού Χρήματος,συχνά αιματοβαμένου στις ανισότητες κοινοτήτων,εθνών και χαντακωμένων στη φτωχοποίηση αριθμών χωρίς βλέμμα και καρδιά
-με άγνοια,ημιμάθεια κι έναν παράλυτο εξευμενισμό της ισχυρής κάστας των εκλεκτών που,φοβάμαι τα έχουν σχεδόν καταφέρει και ζέχνουν νικητές και σιγουρατζήδες ως "επιτυχημένοι"
-στο απόλυτο κενό της αυθάδειάς τους
//στην αποκρουστική αλητεία της 'Υβρεως

Κάποτε υπήρχαν οι Ποιητές ν'ακουμπήσουμε
-τώρα στιχοπλόκοι στα τιβιξενυχτάδικα,τα μεταμπoυζουξίδικα που ξεπλένονται οι ντροπές μιας εκποιημένης κι υποθηκευμένης χώρας...
..."όμως εγώ δεν παραδέχθηκα την ήττα,
έβλεπα τώρα πόσα κρυμμένα τιμαλφή να σώσω,
πόσες φωλιές νερού να συντηρήσω μες τις φλόγες"...

'Ασε ό,τι δεν αξίζει να υπάρχει πια να καεί,
κλείσε τις οθόνες,
βάλε μουσική,
πάρε με αγκαλιά και μη ρωτάς πού πάμε...