Σάββατο 10 Φεβρουαρίου 2018

ΟΙ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟΙ ΧΑΡΤΕΣ ΔΕΝ ΘΑ ΕΧΟΥΝ ΤΑ ΠΑΛΙΑ ΣΥΝΟΡΑ








 Απόγεμα Παρασκευής στον Ηλεκτρικό για
 Μοναστηράκι.
Απέναντί μου συνομιλούν δυο παιδιά γύρω στα 25
"την ψάχνω με τον καθηγητή,πρέπει να κάνω οπωσδήποτε το μεταπτυχιακό,έχει κάτι άκρες Αυστρία,προτιμώ Ιρλανδία ή Γαλλία,μού λέει να δουλεύω παράλληλα σε μια εταιρεία εκεί,ναι,δε λέει ρε συ να μείνω εδώ να μιζεριάζω,ο κολλητός μου που είναι Αγγλία έχει μιαν έκφρση και μού τη μεταδίδει συνέχεια
...Δεν Υπάρχει Ελλάδα στον Χάρτη...
ναι ρε συ,θα την κάνω oπωσδήποτε"

Κατέβηκα εξουθενωμένος
-είμαι ήδη δυο μήνες που Απολύθηκα απ'τη δουλειά (μετά το 2004,η πρώτη μου φορά)
,τριγυρίζω περπατώντας και μ'όλα τα μέσα στην πόλη,ακούω και βλέπω τον κόσμο που ζαλισμένος κουβεντιάζει υψηλοφώνως στα γαμωκινητά,παρέες,στις γειτονιές και στα σοκάκια,πολύς,πάρα πολύς κόσμος στην χρόνια αίσθηση εγκλωβισμού,σε μιαν άλλη κατάμαυρη διάσταση πραγμάτων
 και ζορίζεται

-ακούω στα εντεταλμένα των αφεντάδων ραδιόφωνα πώς ζέχνουν θυμό και απέχθεια για μαςτούς Ανώνυμους Φτωχοδιαβόλους
οι άρηδοπορτοσάλτηδες,
μάς λενε Τεμπέληδες,
είμαστε επιδοματίες αραχτοί και δεν γουστάρουμε να δουλεύουμε
και ζούμε εις βάρος των Επιτυχημένων Ικανών
-
πενηνταρίζω και δεν θυμάμαι απ'τα δεκατέσσερα να έζησα ρεμάλι,αφημένος στη μοίρα
 ή στα (ανύπαρκτα ούτως ή άλλως)λεφτά των γονιών μου,
ψάχνομαι πώς πάω παραπέρα τώρα,
λίγο πιο ήρεμος
αφού αντέχω για λίγο καιρό να μην απελπίζομαι αναζητώντας τ'απολύτως βασικά της επιβίωσης
- κι αυτό το τρομερό επίδομα τού Κράτους,τα 360 ευρώ το μήνα για έναν χρόνο νιώθω ότι για τόσα χρόνια εργασίας μέχρι και τα δικαιούμαι ,άλλωστε δεν τα ήθελα τ'ανεργιλίκια για χαβαλέ δικά μου, έτσι γίνηκαν τα πράγματα,
παραμονή Χριστουγέννων και σε πένθος που μ'έδιωξαν απ'τη δουλειά
( ήταν... μεγαλοθυμία βλέπετε κυρ ΣΚΑτάΙδές μου,
μ'απάλλαξε από το άγχος μην ζορίζομαι πόσο δύσκολα τα καταφέρνει ο εργοδότης μου
κι αν θ'αντέξει να κρατήσει την επιχείρηση ο καημένος,να τον λυπηθώ και να τον καταλάβω που ήταν και κιμπάρης και μ'αποζημίωσε,εδώ που φτάσαμε χάρη μού κάνει που δεν τραβολογιόμαστε ενδίκως αδίκως κι αναλγήτως)
,χαμένα κορμιά είπαμε και τεμπελχανάδες,ίδρωνε να μάς (κακο)πλερώνει ο γίγαντας...

Εκεί έξω λοιπόν η Αθήνα ξεφτίζει,
βλέπεις να γερνάν μαζί με τους περαστικούς της ανθρώπους κι οι δρόμοι της οι ερημωμένοι
 και σε φοβίζει που φαίνεται σαν ετοιμοβούλιαχτο καράβι που όλοι βλέπουν τα νερά να έχουν μπει μέσα αλλά δεν έχουν οδό διαφυγής και ανεβαίνουν πιο ψηλά κι ολοένα ανεβαίνει η στάθμη υδάτων και ξέρεις πως είσαι στον Τιτανικό σου και δεν θέλεις να πνιγείς και δεν έχεις ιδέα από που έρχεται κι αν θα σε προλάβει το πλοίον Σωτηρίας
-ναι αυτή η πόλη θα μπορούσε και να είναι η πατρίδα μου να της αξίζω και να με κανακεύει και να με φροντίζει και να μού δίνει ύλη και πνεύμα να γίνω καλύτερος,ο τόπος των μεγάλων ποιητών με την αρχαία σκουριά που μάς ενώνει η γη τους,
μα
για να δεις και ν'ακούσεις όσα συμβαίνουν και φτιάχνουν το Αλεξικέραυνο,
 αυτούς τους καινούργιους τους ποιητές της,τους μουσικούς της,τους ηθοποιούς της,τις τέχνες της
χρειάζεσαι καλή διάθεση και γερό πορτοφόλι
(ναι,με την κάρτα ανεργίας πας σινεμαδάκι φθηνότερα
 και στο Εθνικό θέατρο κάθε Τετάρτη με 6 ευρώ και στο θέατρο Τέχνης με 8 ευρώ
 κι όταν έχεις ελεύθερο χρόνο πας και τζαμπέ στη βιβλιοθήκη στον Νιάρχο που μπορείς να διαβάσεις ώς τα μεσάνυχτα και σε πολλές εκδηλώσεις ισχύει ελευθέρας και καλής καρδιάς...

-αλλά πώς γίνεσαι Τουρίστας ο Άνεργος ακριβώς,
ποια αμεριμνησία  κι απόλαυση να χωθείς και να χαθείς στο ιδεολόγιο της αφύπνισης,
όταν ανοίγεις το φάκελο και σού'ρχεται το τελικό ποσό πληρωμής ίσια στο κούτελο
 και πελαγώνεις και μαραίνεται το πνεύμα αυτοστιγμής;)

-πάντα ακουμπάς και στην καλοσύνη των φίλων,σού δίνουν ανάσα,σε βγάζουν έξω για ένα κρασί,κερνάν τον καφέ,μια παρέα μια καρδιά και τέτοια γλυκανάλατα κι αληθινά
...αλλά και τούτο το βάλσαμο φορτίο αισθημάτων που νιώθεις,
 εις βάρος τους μην καταντήσεις,μια υποδόρια ανικανότητα να σού βαραίνει το ηθικό,
όσο κι αν μετράς τις μέρες και λες,λίγη λιακάδα ακόμα τη χρειάζομαι,λίγη ησυχία να βρω,
πώς ξεμπλέκω ν'αρχίσω ξανά απ'το μηδέν,
πού θα περάσω τα επόμενα χρόνια της στατιστικής μου ωρίμανσης πριν διαβώ την ηλικία με τις φρυγανιές,τα χάπια και τα τσαγάκια σε μπαστουνάκια και δύσει η ιστορία μου,πες μου πώς.

Εκτύπωσις Βιογραφικού,
εκεί στις Γνώσεις μεγάλο το επίσημον κενό μου,
οι τυπικοί τίτλοι σπουδών απουσιάζουν,
ένας ανιδείκευτος εργάτης με ανησυχίες και μυαλό κι αισθήματα που δεν περιγράφονται ως ένσημα επιλογής και κριτήρια πρόσληψης,
μια κοιτάω στα παλιά και σκέφτομαι καλά περάσαμε ώς τώρα,
μια φαντάζομαι στα μελλούμενα και λέω ποιας ευκαιρίας ν'ανοίξω ξανά την πόρτα,
να ξανακοιτάξω όσα αγαπώ μήπως με περπατήσουν παραπέρα,
από ποιαν άκρη να ξεκινήσω ράψιμο στραπατσαρισμάτων
 και των  καταιγίδων τα κενά πώς  γίνονται αδιάβροχα για τα δίσεκτα κατακλυσμιαία χρόνια που μάς φορτώνονται αλύπητα ούτε ξέρω,
όλο στη θάλασσα να πάω να δω τον ορίζοντά της να χαθώ να ξεχάσω λίγο,
να ονειρεύομαι δεν ξέρω αν μού'κανε τελικώς καλό  κι αν φταίω ή η φαντασία μου τα φταίει που μού'λεγε προχώρα
...μα ώς ένα τοίχο μ'εφερε και κουτούλησα και τί κάνουμε τώρα

-δεν έχω και μιαν κάνουλα εισοδήματος,μια μιζαδόρικη γνωριμία εταιρείας ξεπλύμματος μαύρου χρήματος,κάπου να τρουπώσω στη διαφθορά της έδοξης κυρίαρχης τάξεως,να γεμίσω στρώματα μωβ και κίτρινα ευρωχρυσαφικά λαδιάρικα,να ιδρύσω εξωχώριες,να φουντώσω τραπεζικά εμβάσματα ανά την υφήλιο τον εξαγορασμένο μου ιδρώτα και τα πλεονεκτήματα της προσφοράς μου στο κοινό καλό,έναν υπόνομο να θεριέψω,χειροκροτητής,κλακαδόρος,κομματόσκυλος,γλείφτης και κράχτης επιχειρηματιών κι υψηλών καπέλων βαστάτζας,τίποτα,πουθενά λίγην αγυρτία δεν προσέγγισα να τριφτώ δίπλα της,να σκουπίσω μιαν λερωμένη ποδιά,λίγα ψίχουλα απ'τους φαταούλες να μεριμνήσω βοήθημα λοβιτούρας ως εγγύηση ησύχου εκλεκτού πρότερου και δια βίου αιώνιας ανταμοιβής,να ενσαρκώσω το πρότυπο τού έθνους τής κονόμας,να γίνω άριστος,στυγνός κι αλήτης,να προκόψω.

Δυο μήνες σχεδόν  και μάλλον άφωνος
και με την πίστη πως η επαναλαμβανόμενη οργή μπορεί να λειτουργεί ευεργετικά κι εκφραζόμενη να ξεθυμαίνει,
(αλλά δεν μού φέρνει πια οδό διαφυγής )
και θέλω ένα νέο χάρτη να χαράξω καινούργια πορεία,
πέρασαν τα χρόνια που θα έκλεινα φεύγοντας μακριά την πόρτα
 και μαύρη πέτρα πίσω και μην τον είδατε,
εδώ θα μείνω,Ελλάδα γεννήθηκα κι Ελλάδα θα πεθάνω
ανήσυχος κι ακμαίος νιώθω παράλληλα,
σβήνω από την ατζέντα όσους ήταν μικροί και λίγοι,
(γελάω ακόμα με κάτι σαλιαρίζοντα ασήμαντα ανθρωπάκια που ούτε λέξη μου δεν κατάλαβαν και φαντάζονται είμαι χάλια και τούς ξέχασα κιόλας κι ούτε λέξη τους να μάθω πώς ζέχνουν οι κολαούζοι κι έρπονται στο βούρκο τους και λερώνουν τη σκέψη μου και τούς βαριέμαι),

ξεκαθάρισμα αξιών,επιστροφή στην μέσα μου όχθη,
δεν έχω σκοτεινιές,
δεν έχω κι αντοχές να βολοδέρνω στ'ανώφελα,
δεν έχω και τη διάθεση να εξηγώ ποιος είμαι και πού πάω,
πάντα αλλού κι όπου βγει,
πάλι ταβάνι μας ο ίδιος ο ουρανός που  συνέχεια αλλάζει.

 Διατελώ σ'εγρήγορση πλήρης συγχύσεως και (σχεδόν) μού αρέσει.

Θα τα καταφέρουμε,αφού αλλιώς δεν γίνεται.έτσι λέω,έτσι θα γίνει.